xromata.com


Επιθετα για το πρασινο

 

Η λεκτική καταγωγή των αρχαίων και σύγχρονων ελληνικών χρωματικών επιθέτων

 

Επίθετα για το Πράσινο χρώμα

 

Αυτή είναι μια σειρά άρθρων για να εξετάσουμε τους επιθετικούς προσδιορισμούς που χαρακτηρίζουν τις διάφορες χρωματικές έννοιες.

Μετά το κόκκινο, το πρώτο ουσιαστικά χρώμα που εννοεί ο άνθρωπος, αρχίζει η εννοιολογική προσπάθεια διαχωρισμού και των υπολοίπων χρωμάτων σαν αυτόνομων εννοιών, μέσα από το σύνολο «χρώμα».

https://xromata.com/?p=1617

Στην ελληνική γλώσσα, παρ’ ότι η προσπάθεια διαχωρισμού του ξανθού (κίτρινου) από το κόκκινο (του οποίου εθεωρείτο ανοιχτότερη απόχρωση https://xromata.com/?p=5128 ) ξεκίνησε από τα Ομηρικά χρόνια, τελικά σχηματίσθηκε πρώτη η έννοια του πράσινου χρώματος, εκεί γύρω, λίγο πριν την εποχή του Αριστοτέλη και μετά αυτή του κίτρινου (τους πρώτους αιώνες μ. Χ.)

 

 

Ας δούμε τώρα από πού προέρχονται οι ονομασίες των χρωματικών επιθέτων με τα οποία προσδιορίζεται στην ελληνική γλώσσα το πράσινο χρώμα, τα οποία δεν είναι και πολλά.

Πριν καθιερωθεί στην ελληνική γλώσσα το επίθετο Πράσινος για τον επιθετικό προσδιορισμό αυτού του χρώματος υπήρχαν εν χρήσει τρία άλλα επίθετα, εκ των οποίων το ένα χρησιμοποιείται ακόμα και σήμερα (όχι πλέον τόσο για την απόδοση του χρώματος, όσο για την ποιοτική έκφραση νεαρών φυτικών βλαστών), ενώ τα άλλα δυο χρησιμοποιούνται σπανιότατα.

 

 

Τα επίθετα αυτά ήταν τα:

Χλωρός, αναφερόταν για τον προσδιορισμό της πρασινοκίτρινης απόχρωσης του νεαρού (μόλις βλαστάνοντος) φυτού. Προέρχεται από το «χλοερός» το οποίο εντάσσεται στην ετυμολογική οικογένεια των λέξεων χλόη, χολή.

Ποώδης, που χαρακτήριζε το πιο μεστωμένο πράσινο χρώμα της πόας.

Πρασοειδής, αυτός που χρωματικά είναι παρόμοιος με το πράσο. Με το επίθετο αυτό άρχισε η προσομοίωση του χρώματος αυτού με το αντίστοιχο χρώμα του πράσου (πράσον > αβέβαιου ετύμου), του γνωστού μας λαχανικού (εξ ου και οι λέξεις πρασιά, πρασινάδα).

 

 

Από το «πρασοειδές» καταλήξαμε στο ευρείας χρήσης σήμερα επίθετο ΠΡΑΣΙΝΟΣ με το οποίο ονομάζουμε ό,τι έχει πράσινο χρώμα, δηλαδή το παράγωγο χρώμα που παράγεται από την μίξη των δυο βασικών χρωμάτων κίτρινου και μπλε.

 

 

Σήμερα χρησιμοποιούμε και άλλα επίθετα για τον προσδιορισμό κάποιων αποχρώσεων της οικογενείας του πράσινου χρώματος, όπως τα:

Λαδής, για τον προσδιορισμό του μη διαυγούς πράσινου χρώματος, της απόχρωσης που κάπως γκριζάρει ή καφετίζει και ως εκ τούτου έχει ιδιότητες θερμότερες από τις ψυχρές εκείνες του καθαρού πράσινου χρώματος.

 

 

Φιστικής, επίθετο που προσδιορίζει αυτόν που έχει πράσινο χρώμα παρόμοιο με το πράσινο χρώμα που έχει το φιστίκι Αιγίνης.

 

 

Λαχανής, αυτός που έχει το ανοιχτό φωτεινό πρασινοκίτρινο χρώμα του λάχανου.

 

 

Τσαγαλής, αυτός που έχει το ελαφρά γκριζαρισμένο πράσινο χρώμα όπως αυτό του εξωτερικού καλύμματος του τσάγαλου (του φρέσκου αμύγδαλου).

 

 

Σμαραγδένιος, αυτός που έχει το καθαρό λαμπερό πράσινο χρώμα που χαρακτηρίζει ως επί το πλείστον το σμαράγδι, τον γνωστό μας πολύτιμο λίθο.

 

 


is | Topic: εννοιολογία, Πράσινο | Tags: None

No Comments, Comment or Ping

Reply to “Επιθετα για το πρασινο”