xromata.com


≡ παρ. 2

 

 

 

 

 

0036

 

Στο άκουσμα του γατοτράγουδου η μνήμη μου ξύπνησε αμέσως. «Πρέπει να νικήσεις τους φόβους σου αν θες να φθάσεις στο στόχο σου», μου είχε φωνάξει ο μπαμπα-Αρκούδος!

Με το που παραμέρισα προς φόβους μου, ως δια μαγείας, κατάφερα να ξεφύγω από το γράπωμα του όρνιου, έγινα  κυρίαρχος της κατάστασης και καθώς αυτό χαμήλωνε το πέταγμά του, περίμενα την κατάλληλη ευκαιρία…

 

 

 

0037

 

Μόλις το πουλί χαμήλωσε αρκετά, πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας, έδωσα μια βουτιά και βρέθηκα μέσα στα βάθη της… Αααα!! Τι βλέπω; Γοργόνες! Παντού τριγύρω μου κολυμπούν γοργόνες… Τι ωραία που είν’ εδώ!

 

 

 

0038

 

A!! Είναι υπέροχα εδώ κάτω στο Γοργονο- βασίλειο. Να και το γοργονοσχολείο.. μα τι βλέπω;;

Ανάμεσα στις μαθήτριες γοργονίτσες υπάρχουν και αγοράκια γοργονάκια… τι περίεργο…

 

 

 

0039

 

Κοίταξα έκπληκτος τριγύρω μου και τι να δω; Ανάμεσα στις γοργόνες κολυμπούσαν και άντρες γοργόνοι.. σειρήνοι.. πώς να τους αποκαλέσω. Απόρησα «Δεν ήξερα ότι υπάρχουν και αρσενικοί γοργόνοι. Νόμιζα πως οι γοργόνες είναι μόνο γυναίκες » ψέλλισα.

 

 

 

0040

 

«Καλά, είναι δυνατόν να πιστεύεις ότι υπάρχουν μόνο θηλυκές γοργόνες στο βασίλειό μας;» μου αποκρίθηκε ένα ζευγάρι γοργόνων. «Ακόμα κι εδώ, στον κόσμο του Πουθενά, ισχύουν οι συμπαντικοί νόμοι. Μπορεί να διαφέρει κάπως η εφαρμογή τους εδώ, απ’ ότι στον κόσμο σας, αλλά ισχύουν. Πρέπει να υπάρχουν και τα δυο φύλα για την διαιώνιση». 

 

 

 

0041

 

«Και δεν είμαστε ούτε Γοργόνες, ούτε Σειρήνες, όπως μας αποκαλείτε», πετάχτηκε και μου είπε μια άλλη. «Οι Γοργόνες και οι Σειρήνες, που μας μπερδεύετε μαζί τους, είναι άλλα πλάσματα που θα τα συναντήσεις, αν βρεθείς ποτέ, στην Μυθοχώρα του απέραντου Πουθενά», συμπλή- ρωσε. «Εμείς είμαστε οι Κόρες της Θάλασσας!»

 

 

 

0042

 

«Στη Μυθοχώρα του Πουθενά;» είπα. «Μα εγώ ψάχνω τη Συγκεκριμένη χώρα του Πουθενά. Ξέρεις που είναι;» ρώτησα την ψαρογυναίκα. «Εδώ είναι» μου αποκρίθηκε. «Βρίσκεσαι στον βυθό της». «Πω πω! Είμαι τόση ώρα στο βυθό και δεν έχω πάρει ανάσα» σκέφτηκα. Άρχισα να αισθάνομαι ότι θα σκάσω.. να χάνομαι.. να πνίγομαι..

 

 

 

0043

 

«Μη το σκέφτεσαι..» μου φώναξε η θαλασσοκόρη. «Δεν κάνει να σκέφτεσαι πράγματα από την πραγματικότητά, εδώ! Σε φέρνουν πίσω στην πραγματικότητα σου». Αμέσως με άρπαξε και όσο πιο γρήγορα μπορούσε με ανέβασε στην επιφάνεια. Ίσα που πρόλαβε.

 

 

 

0044

 

Συνήλθα! Άνοιξα τα μάτια μου. Δεν πιστεύω αυτό που βλέπω! Από τα βραχάκια απέναντί μου με κοιτά χαμογελώντας ο Πήτερ Παν περιτρι- γυρισμένος από θαλασσοκόρες! Τι χαρά! Είμαι στη Συγκεκριμένη χώρα του Πουθενά μέσα στην απεραντοσύνη του Πουθενά. Σωστά μου είχε πει η γοργονίτσα προηγουμένως ότι βρισκόμουν στο βυθό του τόπου που γύρευα!

 

 

 

0045

 

«Έλα! Πού ήσουνα; Άργησες! Σε περιμέναμε..» μου φωνάζει ο Πήτερ. «Χωρίς εσένα δεν μπορούμε ν’ αρχίσουμε την μάχη!» συνέχισε. «Έλα πάμε» είπε και πέταξε προς το μέρος μου, αρπάζοντάς με από το χέρι.

 

 

 

0046

 

Βρεθήκαμε στο άντρο του Πήτερ Παν όπου βρισκόταν όλη η παρέα και ακόμη περισσότεροι. Ήλθαν και τα «Χαμένα Αγόρια» και αρχίζει πολεμικό συμβούλιο. Θα επιτεθούμε στον Χουκ και τους πειρατές του! «Αυτή τη φορά η νίκη εξαρτάται από εσένα! Γι’ αυτό σε περιμέναμε. Εσύ είσαι αυτός που μπορεί να δώσει την χαριστική βολή στον Χουκ για να τελειώσουν όλα μια για πάντα», μου δήλωσε ο Πήτερ. «Αυτή τη φορά; Μια για πάντα;» τι σημαίνουν όλα αυτά; «Θα τελειώσουν όλα;» Δεν καταλαβαίνω τίποτε!

 

 

 

0047

 

«Ο κακός Χουκ, φανταστικό πλάσμα, μπορεί να εξοντωθεί μόνο από ένα πλάσμα της πραγματικότητας, σαν κι εσένα, που ζει στον ορισμένο χρόνο, τον οποίο τρέμει. Εδώ ο χρόνος δεν υπόκειται σε όρια, επανέρχεται! Μαζί του επανέρχεται και ο Χουκ, όπως δηλαδή καταφέρνω κι εγώ να μην μεγαλώσω» μου εξηγεί ο Πήτερ, καθώς ετοιμάζουμε την επίθεσή μας. «Μόνο κάποιος που υπόκειται στα καθορισμένα όρια του πραγματικού σας χρόνου μπορεί να αποτελειώσει τον Αρχιπειρατή μια για πάντα. Κι αυτός είσαι εσύ!» 

 

 

 

0048

 

Η επίθεση άρχισε. Ο αντίπαλος είναι δυνατός και ύπουλος. Η έκβαση του αγώνα εξαρτάται από εμένα. Το έχω πάρει απόφαση και το πιστεύω, η νίκη θα είναι δική μου! Θα τον εξαφανίσω κι από τον κόσμο προς Φαντασίας και από τον κόσμο προς Πραγματικότητας. Θα του δώσω την χαριστική βολή και τότε…  ..και μετά..;;;

 

 

 

0049

 

«Χα! Παλιοπειρατή! Σ’ έχω στο χέρι! Ήρθε το τέλος σου».

«Χα! Τι θα καταλάβεις αν μ’ εξαφανίσεις; Μαζί μου θα εξαφανίσεις κι’ αυτόν τον τόπο, ένα κομμάτι της Φαντασίας. Ο φίλος σου ο Πήτερ θα γυρίσει στην πραγματικότητα, θα γεράσει.. κι εσύ δεν θα ξανάρθεις ποτέ εδώ, αφού δεν θα υπάρχουμε ούτε στην φαντασία σου». Ακούγοντάς τον δίστασα για μια στιγμή και τότε….

 

 

 

0050

 

Ο Χουκ εκμεταλλεύτηκε τον στιγμιαίο δισταγμό μου και με πέταξε στην θάλασσα! Βρίσκομαι και πάλι στον γοργονόκοσμο. Θα χανόταν κι αυτός μαζί με τον πειρατή; Μάλλον! Αυτή τη φορά δεν έχασα το θάρρος μου, κολυμπάω ολοταχώς προς την επιφάνεια….

 

 

 

0051

 

Σύντομα ανεβαίνω στην επιφάνεια της θάλασσας και… Α! δεν πιστεύω αυτό που βλέπω! Αντί να βρεθώ πλάι στο πλοίο του Χουκ, βρέθηκα ναυαγός ενός Υπερωκεανίου. Βοήθεια!!

Ποιος να με σώσει.. δεν υπάρχει κανείς τριγύρω.. εκεί μακριά βλέπω μια στεριά, αν καταφέρω να φθάσω σ’ αυτήν… κουράγιο!

 

 

 

0052

 

Επιτέλους, τα κατάφερα και έφθασα αποκα- μωμένος στην στεριά! Μα τι βλέπω; Για άλλη μια φορά δεν πιστεύω στα μάτια μου..

Δυο βροντόσαυροι κι’ ένα τσούρμο παιδιά τρέχουν και παίζουν παρέα στην παραλία! Μήπως δεν βλέπω καλά από την κούραση; Για να κοιτάξω κι’ από την άλλη μεριά…

 

 

 

0053

 

Κι’ από την άλλη μεριά τα ίδια! Πιτσιρίκια τρέχουν και παίζουν με ένα άλλο μεγαθήριο!

Μα τί γίνεται εδώ; Αυτό ξεπερνά κάθε φαντασία, ή για ν’ ακριβολογούμε, τουλάχιστον την δική μου, γιατί καποιανού η φαντασία έχει δημιουργήσει αυτόν τον τόπο.

Αλήθεια, που βρίσκομαι;

 

 

 

0054

 

«Βρίσκεσαι στην Dinotopia, στη χώρα των δεινοσαύρων», μου λέει, με ανθρώπινη λαλιά, ένα μικρό προϊστορικό θηρίο που με πλησίασε φιλικά. «Σε έναν από προς νεότερους και πιο απο- μακρυσμένους κόσμους του Πουθενά…  της Φαντασίας…». «Καλά, τότε τα παιδιά; Τί γυρεύουν εδώ; Κι εσείς μιλάτε;» το  διακόπτω. 

 

 

 

0055

 

«Εμείς εδώ, ζούμε αρμονικά με τους ανθρώπους», ακούω να μου λέει ένας μικρός τρικεράτοπας που ξεφύτρωσε από την άλλη μεριά. «Συνεργαζόμαστε, συμπληρωνόμαστε… και ναι, κάποια είδη από εμάς έχουμε νοημοσύνη και μιλάμε.

Ακόμα και στον κόσμο της πραγματικότητας, την πατρίδα σου, κάποιοι επιστήμονές σας υποστηρίζουν πως μερικά είδη δεινοθηρίων είχαν νόηση, δεν τους έχεις ακούσει ποτέ;»

 

 

 

0056

 

«Σήμερα είναι η μεγάλη γιορτή της συνύπαρξης» φωνάζουν κάτι παιδάκια που ήλθαν με την παρέα τους. «Ελάτε! Πάμε γρήγορα να προλάβουμε την μεγάλη παρέλαση και το πανηγύρι!»

 

 

 

0057

 

Ευτυχώς, προλάβαμε την παρέλαση. Όλα είναι τόσο υπέροχα εδώ! Οι κάτοικοι και τα προϊστορικά ζώα τόσο φιλόξενοι και συνεργάσιμοι! Παντού κυριαρχεί η τάξη και το χαμόγελο. Ω! μα είναι φανταστικά ωραία. Μια Ουτοπία!

 

 

 

0058

 

Τελικά όλα είναι τόσο ωραία εδώ, που δεν σου κάνει καρδιά να φύγεις. Όμως αν θελήσεις να φύγεις από αυτό το μέρος τα πράγματα είναι αρκετά δύσκολα. H dinotopia  είναι ένας πολύ καινούργιος τόπος δημιουργημένος στις εσχατιές του Πουθενά σαν ένα απομονωμένο νησί στο άκρο της Φαντασίας. Δεν υπάρχουν επαφές με άλλα σημεία του παραμυθόκοσμου

Η ζωή κυλά ευχάριστα εδώ, γεμάτη χρώματα, αρώματα, χαμόγελα, ξενοιασιά.

Θα μπορούσα να παραμείνω για πάντα..  Όμως….!

 

 

 

0059

 

Όμως…! Μεγάλο πράγμα ο νόστος. Θέλω να γυρίσω πίσω! Δεν ξέρω πόσος χρόνος κύλησε εδώ, δεν μου λείπει τίποτε κι όμως αισθάνομαι άβολα! Είναι σαν να σταμάτησα στα μισά το ταξίδι μου για την Ιθάκη. Πρέπει να βρω τρόπο να επιστρέψω. Τουλάχιστον να συνεχίσω το ταξίδι μου! Μου φαίνεται ακατόρθωτο. Δεν υπάρχουν διέξοδοι προς την πραγματικότητα ή προς άλλα σημεία της χώρας του Πουθενά. Κανείς δεν προθυμοποιείται να με βοηθήσει, να μου δείξει τον δρόμο, τον τρόπο διαφυγής. Απλώς φροντίζουν να διαβιώνω ακόμα καλύτερα κάθε φορά που αναφέρομαι στον νόστο μου!

 

 

 

0060

 

Σήμερα και πάλι μέρα γιορτής και πανηγυριού, με αθλοπαιδείες αυτή τη φορά. Συμμετέχω κι εγώ. Ω! θρίαμβος, στο παιχνίδι με τους κρίκους έρχομαι πρώτος! Είμαι νικητής!

Ήλθε η στιγμή να δοθούν τα έπαθλα. «Ζητήστε ότι θέλετε, στα μέτρα του εφικτού, και θα σας δοθεί», λέει ο Μέγας Κριτής.

Τί να ζητήσω; Μήπως είναι η μεγάλη ευκαιρία για μένα; Είναι άραγε στα μέτρα του εφικτού αυτό που θέλω;

 

 

 

0061

 

«Θέλω να γυρίσω πίσω. Να επιστρέψω στον κόσμο μου!» τολμώ να ζητήσω! «Αυτό που ζητάς  δεν είναι εύκολο» μου λέει ο Μέγας Κριτής. «Ούτε και ανέφικτο όμως», συμπληρώνει.

«Μπορούμε να σε στείλουμε σε μια από τις σκουληκότρυπες της Φαντασίας, να χωθείς μέσα της και να βρεθείς σε άλλο σημείο του χώρου του απέραντου Πουθενά ώστε να επιστρέψεις από εκεί στην Πραγματικότητα. Όμως οι σκουλη- κότρυπες είναι μακριά και μόνο καβαλώντας έναν πτεροδάκτυλο μπορείς να φθάσεις στον χώρο τους»! 

 

 

 

0062

 

«Σκουληκότρυπες;» ρωτώ. «Δεν ξέρεις τις σκουληκότρυπες, τους διαύλους που σε μεταφέρουν στιγμιαία σε άλλα σημεία του σύμπαντος;

Μα οι επιστήμονες του κόσμου σου μιλούν εδώ και χρόνια γι’ αυτές» μου λέει ο Άρχων Τρικεράτωψ. «Πρέπει να σε στείλουμε στην σχολή πετάγματος πτεροδακτύλων, να μάθεις να πετάς με αυτούς για να ξεκινήσεις το ταξίδι σου της επιστροφής!»

 

 

 

0063

 

Η σχολή πετάγματος με πτεροδάκτυλους βρίσκεται στα Βραχώδη Όρη της Dinotopia. Έμεινα εδώ όσο χρειάστηκε για να ολοκληρωθεί ικανοποιητικά η εκπαίδευσή μου. Είμαι πλέον έτοιμος για την επιστροφή. Έφθασε η μεγάλη στιγμή της αναχώρησής μου. Αποχαιρετώ συμμαθητές και διδάσκαλους.

 

 

 

0064

 

Φεύγω!! Αντίο Dinotopia. Θα μου μείνεις αξέχαστη. Πολύ θα ήθελα να ξαναγυρίσω κάποτε!

Εάν πραγματικά είσαι όπως σε γνώρισα όσο έμεινα κοντά σου και δεν κρύβεις κανένα περίεργο μυστικό, τότε σίγουρα βρίσκεσαι στο καλύτερο σημείο της Φαντασίας, στην Ουτοπία! Εσύ και η Κοιλάδα των Ρόδων! Είστε οι δυο τόποι που θα ήθελα να καταλήξω όταν  εγκαταλείψω κάποτε την Πραγματικότητα!

 

 

 

0065

 

Φθάσαμε! Ο πτεροδάκτυλος με εγκαταλείπει σε μια ερημιά, κοντά στην σκουληκότρυπα που θα με μεταφέρει σε άλλο σημείο της απέραντης Φαντασίας, απ’ όπου θα βρω το δρόμο μου για την επιστροφή στην Πραγματικότητα. Αρνείται να πλησιάσει κοντά στην περιοχή της τρύπας. Φοβάται μήπως τον ρουφήξει και βρεθεί αλλού! Πρέπει μόνος μου να ψάξω να βρω το άνοιγμα της σκουληκότρυπας. Τι γίνεται τώρα;

 

 

 

0066

 

Δεν ξέρω που να βρω το άνοιγμα της σκουληκότρυπας… Επί πλέον μια παχιά ομίχλη απλώνεται παντού! «Είμαι ο Ψυχοπομπός Τρικεράτωψ» μου λέει το θηρίο που πρόβαλε μέσα από την αντάρα! «Ήρθα να σε οδηγήσω προς τον Άλλο Κόσμο». «Μα δεν πέθανα!» ψελλίζω. «Δεν πάω στον Άλλο Κόσμο. Πάω σε άλλο κόσμο!» «Το ίδιο κάνει! Τι διαφορά έχει;» μου απαντά. «Όταν φεύγεις από κάπου, όπου και να πηγαίνεις, γι’ αυτούς που δεν θα σε ξαναδούν έχεις πεθάνει! Έλα, πάμε στην σκουληκότρυπα!»

 

 

 

0067

 

Επιτέλους η σκουληκότρυπα! Δεν πρόλαβα να μπω μέσα της και βρέθηκα από την άλλη μεριά! Που να είμαι άραγε; Κι’ εδώ ομίχλη, αντάρα, συννεφιά! Μήπως δεν έφυγα;

Αυτός ο «ψυχοπομπός» τρικεράτωψ με γέμισε σκέψεις, ερωτήματα. Όμως ας αφήσω τους προβληματισμούς μου και να δω που βρίσκομαι…

 

 

 

0068

 

Τελικά που βρέθηκα; Η ομίχλη άρχισε να ξεδιαλύνει. Εκεί στο βάθος βλέπω ένα παλάτι.

Πρέπει να τα καταφέρω να φθάσω ως εκεί…

 

 

 

0069

 

Ξεκίνησα για το παλάτι και παρ’ ότι φαινόταν μακριά, χωρίς να καταλάβω πώς, σύντομα βρέθηκα μέσα του! Α! τί γίνεται εδώ; Μεγάλος χορός βλέπω! Πρίγκιπες, πριγκίπισσες, ένα σωρό καλοντυμένος κόσμος, άλλοι χορεύουν, άλλοι βλέπουν, τρώνε, διασκεδάζουν..

 

 

 

 

0070

 

«Ποιόν να αναγγείλω;» ακούω μια αυστηρή φωνή δίπλα μου! Ήταν ο επιτετραμμένος αυλικός που ανήγγειλε τους καλεσμένους.

«Ακόμη δεν ήλθαμε εκ του έξωθεν και μπλέξαμε» μονολόγησα σιγοτραγουδώντας. «Ο κόμης Εκτουέξο Μπλεξ» άκουσα με έκπληξη τον λακέ να φωνάζει χτυπώντας το ραβδί του στο πάτωμα!

 

 

(συνεχίζεται στο παρ. 3)