xromata.com


Συνεντευξη με τα χρωματα [ρδ’]: το ρουζ (το κοκκινισμα του προσωπου)

 

 

Η «Συνέντευξη με τα χρώματα» είναι μια προσπάθεια τακτοποίησης των όσων έχουν ειπωθεί (και θα ειπωθούν) για τα χρώματα, σε μια σειρά, ας πούμε, εύπεπτης διδακτικής ύλης, για όλους όσοι θέλετε να «μάθετε» τα χρώματα και τον κόσμο τους.

Η σειρά έχει την μορφή μιας υποτιθέμενης, διδακτικής, συνέντευξης των χρωμάτων προς τον άνθρωπο.

 

 

 

 

Συνέντευξη με τα χρώματα

[ρδ΄]

 

 

Το κόκκινο χρώμα στα καλλυντικά

[κα´]

 

 

Το ρουζ

(η πούδρα για τα μάγουλα ή το κοκκίνισμα του προσώπου)

 

 

-Συνεχίζω να σου εξιστορώ την χρήση του χρώματός μου, του κόκκινου, για τον καλλωπισμό σου Άνθρωπε, στο τρίτο κύριο σημείο όπου με χρησιμοποιείς κατά κόρον, τα μάγουλά σου, που τα κοκκινίζεις για να δίνεις την εντύπωση της υγείας ή της τάχα μου ντροπής και συστολής, εδώ και αιώνες.

Γενικά έχει επικρατήσει σήμερα το βάψιμο του προσώπου να ονομάζεται με τον ξενόγλωσσο όρο μακιγιάζ που προέρχεται από το γαλλικό ρήμα ‘maquiller’ που σημαίνει μεταβάλλω, αλλοιώνω.

Τα αιγυπτιακά ταφικά ευρήματα, δεν αφήνουν καμία αμφιβολία για το ότι το μακιγιάζ και η χρήση της περούκας, ήταν αναπόσπαστο μέρος της καθημερινής ζωής των ατόμων της ανώτερης κοινωνικής τάξης

Χαρακτηριστικό του μακιγιάζ των αρχαίων Αιγυπτίων ήταν η έντονη αλλά αρμονική χρήση χρωμάτων και η πολύπλοκη τεχνική του. Οι γυναίκες χρησιμοποιούσαν ανοιχτότερου χρώματος καλυπτικό, για να δείξουν ότι δεν είχαν μείνει στον ήλιο, ενώ οι άνδρες χρησιμοποιούσαν καλυπτικό στο χρώμα του δέρματος.

Το μακιγιάζ στην αρχαία Αίγυπτο είχε διπλή σκοπιμότητα.
Από τη μία να προβάλλει και να ομορφαίνει το πρόσωπο και τα χαρακτηριστικά του και από την άλλη να προστατεύσει το δέρμα από την επίδραση του καυτού ήλιου, του αέρα και της σκόνης.

Το μακιγιάζ των αρχαίων Ελληνίδων εδραιώθηκε από τον 5ο αιώνα πΧ. και ήταν διακριτικό. Κύριο γνώρισμα του μακιγιάζ αυτού ήταν η ισορροπία των χαρακτηριστικών του προσώπου συνδυασμένη με τη φυσική απλότητα.

Το χρώμα του δέρματος όφειλε να είναι ήταν φωτεινό.

Η φωτεινότητα επιτυγχάνονταν με το άπλωμα ανθρακικού μολύβδου, υλικό καταστρεπτικό για το δέρμα γι’ αυτό και αργότερα αντικαταστάθηκε με υλικά λιγότερο καταστρεπτικά. Η τοποθέτηση γινόταν προσεκτικά, έτσι ώστε το δέρμα να φαίνεται φυσικό και όχι ψεύτικο.

Τα μάγουλα τονίζονταν ελαφρά με απαλό κόκκινο χρώμα, το οποίο επανέφερε στο δέρμα τη ζωντάνια που είχε χαθεί από την τοποθέτηση του λευκού καλυπτικού.

Η κόκκινη χρωστική προερχόταν από τους καρπούς, τα λουλούδια και μερικές φορές τις ρίζες διαφόρων φυτών, συγκεκριμένα από τη ρίζα του φυτού έγχουσα ή άγχουσα. Το χρώμα του ήταν περισσότερο γήινο κόκκινο και όχι ροζέ, και το τοποθετούσαν στα μάγουλα σε σχήμα κύκλου.

Ο ελληνικός όρος που χρησιμοποιούσαν οι αρχαίοι Έλληνες για το μακιγιάζ ήταν η ψιμυθίωση. Προερχόταν από το ψιμύθιο, κοινή ονομασία του ανθρακικού μολύβδου. Τον ανθρακικό μόλυβδο σε μορφή λευκής σκόνης τον χρησιμοποιούσαν στην αρχαία Ελλάδα για την λεύκανση της επιδερμίδας

Στην αρχαία Ρώμη η κοινωνική καταξίωση ερχόταν μέσα από τον πλούτο και την επίδειξή του.

Το μακιγιάζ, αναπόσπαστο μέρος της εμφάνισης των γυναικών, ήταν βαρύ και υπερβολικό.

Το δέρμα φαινόταν σχεδόν άσπρο και όχι απλά φωτεινό.

Στα μάγουλα τοποθετούνταν έντονο, κόκκινο χρώμα.

Στο Μεσαίωνα, 470 μ.Χ –1490 μ.Χ, το μακιγιάζ ήταν πολύ απαλό και διάφανο, χωρίς καθόλου ένταση και σκοπό είχε να προβάλλει μόνο τη φυσική λάμψη του ατόμου.

Η επιτηδευμένη εμφάνιση θεωρούνταν αμαρτία και απαγορεύονταν, τουλάχιστον για τα χαμηλά κοινωνικά στρώματα.

Το χρώμα του δέρματος ήταν διάφανο-λευκό. Οι μαυρισμένες γυναίκες θεωρούνταν χαμηλότερης κοινωνικής τάξης. Για να δείχνει το δέρμα τους λευκό φορούσαν μπογιά μολύβδου που διαλυόταν στο νερό ή σε πούδρα. Μία από τις πιο δημοφιλείς πούδρες ήταν πούδρα αρσενικού που ονομαζόταν “Aqua Tofana”. Η πούδρα ήταν δηλητηριώδης και αρκετές γυναίκες έχασαν τη ζωή τους από αυτήν. Τα χείλη και τα μάγουλα ήταν ελαφρά χρωματισμένα κόκκινα.

Πιο έντονο μακιγιάζ έκαναν οι γυναίκες ελευθέρων ηθών.

Στην Αναγέννηση, 14ο – 17ο αιώνα, το μακιγιάζ γίνεται πιο έντονο. Τα μάγουλα βάφονταν με λαμπερό κόκκινο-βυσσινί χρώμα και τα χείλη κοκκίνιζαν αμυδρά.

Η περίοδος του 18ου αιώνα μπορεί να ονομαστεί και περίοδος της υπερβολής.

Το δέρμα του προσώπου καλύπτονταν από παχύ στρώμα άσπρης κρέμας που είχε σαν βάση το άσπρο κερί. Στα μάγουλα τοποθετούνταν έντονο κόκκινο χρώμα σε σχήμα κύκλου αρκετά χαμηλά. Τα χείλη βάφονταν έντονα κόκκινα.

Έτσι φθάνουμε στον 20ο αιώνα, όπου στις δεκαετίες των 20 – 30 τα μάγουλα βάφονται έντονα κόκκινα ενώ στις δεκαετίες 50 – 60 το κόκκινο χρώμα στα μάγουλα αντικαθίσταται από το ροζ.

Όμως στις τελευταίες δεκαετίες τα πρότυπα αλλάζουν συνεχώς, κάθε χρόνο ή και εξάμηνο.

Βέβαια, όσα σου είπα έως εδώ για το ρουζ –που είναι γαλλική λέξη και σημαίνει κόκκινο- ή άλλως το κοκκινάδι για τα μάγουλα (όπως το έλεγαν κάποτε) αφορά την ιστορική διαδρομή της χρήσης του στον οικείο μας ‘δυτικό’ κόσμο, γιατί υπάρχει και ένας άλλος κόσμος, κάπως διαφορετικός από τον δικό μας με τον οποίο δεν είμαστε και τόσο εξοικειωμένοι, όπως π.χ. ο κόσμος των αμερίντιανς (ινδιάνων της Αμερικής) όπου το βάψιμο του προσώπου γι’ αυτούς ήταν σημαντικό μέρος του πολιτισμού τους και δεν ήταν τόσο πράξη καλλωπισμού, όσο πράξη κοινωνικής διάκρισης και θρησκευτικού πνεύματος.

Η κάθε φυλή είχε τον δικό της τρόπο βαψίματος και τα χρώματα είχαν ιδιαίτερη σημασία. Συνήθως και γενικότερα το κόκκινο ήταν το χρώμα του πολέμου και με αυτό βαφόντουσαν κατά την διάρκεια πολεμικών προετοιμασιών, ενώ το μαύρο ήταν το χρώμα της ζωής.

Μια παρόμοια συμβολική ως προς τα χρώματα ιδιαιτερότητα είχαν και οι αρχαίοι Αιγύπτιοι, που και γι’ αυτούς το μαύρο, ταυτισμένο με την ζωοδότρα εύφορη μαύρη ίλη του Νείλου συμβόλιζε την ζωή, ενώ αντιθέτως το λευκό χρώμα της ασπριδερής άφορης ερήμου, που την χρησιμοποιούσαν για νεκροταφείο, συμβόλιζε τον θάνατο.

Όπως βλέπεις Άνθρωπε σ’ αυτό το σημείο εύκολα μπορούμε να ξεφύγουμε από το θέμα μας, που είναι το κόκκινο βάψιμο του προσώπου σου και να πάμε αλλού, οπότε φρενάρουμε και επιστρέφουμε στο μακιγιάζ προσώπου μέσω Κίνας και Ανατολής.

Στην Κίνα το μακιγιάζ και η προσεγμένη καλλωπιστικά εμφάνιση αποτελούσε προνόμιο των γυναικών της υψηλής τάξης. Το δέρμα που από την φύση του είχε μια σκούρα κιτρινωπή χροιά, βαφόταν άσπρο για να αποκτήσει λάμψη και φωτεινότητα. Στα μάγουλα, σε μεγάλη επιφάνεια και στο μέτωπο σε μικρότερη, απλωνόταν κόκκινο χρώμα σαν ένδειξη υγείας. Τα χείλη τα προτιμούσαν κοντά και στρογγυλεμένα για να προσδίδουν τρυφερότητα και ζωντάνια.

Βέβαια πολύ πιο έντονο και με περισσότερα χρώματα, με αρκετό κόκκινο, ήταν (και είναι) το μακιγιάζ των προσώπων της κινέζικης όπερας.

Στην παραδιπλανή Ιαπωνία, το παραδοσιακό μακιγιάζ της γκέισας αποτελείται από μια παχιά λευκή βάση σε όλο το πρόσωπο, με κόκκινο κραγιόν στα χείλη και κόκκινες και μαύρες αποχρώσεις γύρω από τα μάτια και τα φρύδια.

Αρχικά η λευκή μάσκα βάσης γινόταν από μόλυβδο, αλλά μετά την ανακάλυψη ότι δηλητηρίαζε το δέρμα και προκαλούσε τρομερά δερματικά προβλήματα, αντικαταστάθηκε από σκόνη ρυζιού.

Το βάψιμο στις γκέισες της Ιαπωνίας αλλάζει σχετικά, ανάλογα με το που θα παρευρίσκονται, αλλά και από την ηλικία και τον βαθμό ιεραρχίας, δηλαδή αν είναι μάικο (νεαρές μαθητευόμενες) ή αν πρόκειται για γκέικο (κανονικές γκέισες).

Οι Ιάπωνες είναι λαός που διατηρεί τις παραδόσεις και όπως τις διατηρεί στο βάωιμο του προσώπου, το ίδιο τις διατηρεί και στα χρώματα που έχουν οι παραδοσιακές θεατρικές μάσκες; Που καλύπτουν τα πρόσωπα των ηθοποιών στα διάφορα είδη θεάτρων, όπως το Νο, το Καμπούκι κ.λ.π. όπου κάποιες καθορισμένες μάσκες έχουν κόκκινο χρώμα.

Οι περισσότερες από αυτές τις μάσκες είναι αρχέτυπα δανεισμένα από τους ιαπωνικούς μύθους, τους αρχαίους χορούς ή το θέατρο Noh κάποιες έχουν γίνει από τις πιο δημοφιλείς ιαπωνικές μάσκες που βλέπει κανείς σήμερα, όπως οι μάσκες των Όνι.

Ο Όνι είναι δαίμονες. Συνήθως απεικονίζονται ως κοκκινοπρόσωποι και θυμωμένοι με μακριά αιχμηρά δόντι.

Οι μάσκες Oni είναι πιο συνηθισμένες κατά τη διάρκεια του Φεστιβάλ των Φασολιών, γνωστό ως Setsubun, όπου οι άνθρωποι τις φορούν για παραστάσεις στα ιερά φεστιβάλ. Οι γονείς θα τα φορέσουν ακόμη και στο σπίτι για να τρομάξουν τα παιδιά τους, ενώ τα παιδιά πετούν φασόλια για να τρομάξουν το «ονί» και να τα διώξουν ώστε να καλέσουν την καλή τύχη στο σπίτι για την χρονιά.

Οι μάσκες Tengu είναι οι τρομακτικοί ημίθεοι που προστατεύουν τα βουνά.

Αυτά τα δαιμονόμορφα πλάσματα απεικονίζονται με κόκκινα πρόσωπα και θυμωμένες εκφράσεις ενώ το πιο προφανές χαρακτηριστικό τους είναι μια μακριά κόκκινη μύτη.

Στο παρελθόν, τα τένγκου έμοιαζαν περισσότερο με πτηνά. Καθώς έγιναν άνθρωποι, το ράμφος μετατράπηκε σε μύτη αλλά διατήρησε το μακρύ του σχήμα.

Οι μάσκες Tengu χρησιμοποιούνται σε θεατρικές παραστάσεις του θεάτρου Noh και σε ορισμένα σιντοϊστικά φεστιβάλ.

Χρησιμοποιούνται επίσης συχνά ως διακοσμητικά, καθώς τα τένγκου πιστεύεται ότι τρομάζουν τα κακά πνεύματα και φέρνουν καλή τύχη.

Οι μάσκες Kitsune ή οι μάσκες αλεπούς φοριούνται από συμμετέχοντες σε ορισμένα φεστιβάλ Σιντοϊσμού ή από τους παρευρισκόμενους απλώς για διασκέδαση.

Ιστορικά, οι κόκκινες αλεπούδες θεωρούνταν μαγικά πλάσματα με την ικανότητα να αλλάζουν σχήμα. Θεωρούνταν επίσης ως αγγελιοφόροι του Inari, του θεού του ρυζιού, του εμπορίου και της ευημερίας του Σιντοϊσμού. Ως αποτέλεσμα, οι μάσκες αυτές είναι σημαντικές σε ορισμένες γιορτές που αφορούν αυτόν τον θεό.


is | Topic: βάψιμο ανθρώπου, κόκκινο, Συνέντευξη με τα χρώματα | Tags: None

No Comments, Comment or Ping

Reply to “Συνεντευξη με τα χρωματα [ρδ’]: το ρουζ (το κοκκινισμα του προσωπου)”