xromata.com


Emerald green (σμαραγδι)

 

Χρώματα βαφές

Οι βαφές κατά την Αναγέννηση και την πρώιμη εποχή της εκβιομηχάνισης

 

(Όπως αναγράφονται στον ιστότοπο ‘WebExibits, Pigments through the ages’).

 

Σε προηγούμενα άρθρα, αναφερθήκαμε στα χρώματα βαφές που χρησιμοποιούσε ο άνθρωπος κατά την προϊστορική περίοδο, την πρώιμη και ύστερη αρχαιότητα, τον Μεσαίωνα, κατά την Αναγέννηση έως και την πρώιμη εποχή της εκβιομηχάνισης.

Τώρα θα ασχοληθούμε με τα χρώματα που ανακαλύφθηκαν ή δημιουργήθηκαν κατά την εποχή της εκβιομηχάνισης.

Αυτά είναι, κατά τις αγγλικές ονομασίες τους που χρησιμοποιούνται διεθνώς, τα εξής:

Cobalt green

Cobalt blue

Chrome orange

Emerald green

Chrome yellow

Cadmium yellow

Lemon yellow

Zinc white

Viridian

Cobalt yellow

Cobalt violet

Cerulean blue

Cadmium red

Titanium white

Ξεκινήσαμε με το Cobalt Green (Πράσινο του Κοβαλτίου) και συνεχίσαμε, το Cobalt Blue (Μπλε του Κοβαλτίου) και το Chrome orange (πορτοκαλί του χρωμίου).

Τώρα θα αναφερθούμε στο Emerald green (σμαραγδί).

 

 

 

 

Emerald green (σμαραγδί)

 

Σύντομη περιγραφή του Emerald green (σμαραγδί πράσινο):

 

Το σμαραγδί πράσινο ήταν μια βαφή που αναπτύχθηκε σε μια προσπάθεια βελτίωσης του πράσινου του Scheele το 1808, εμπορικά διαθέσιμη από το 1814 ως το 1900 που απαγορεύτηκε η χρήση της.

Το Scheele's Green εφευρέθηκε το 1775 από τον Carl Wilhelm Scheele. Μέχρι το τέλος του 19ου αιώνα, είχε σχεδόν αντικαταστήσει τις παλαιότερες πράσινες χρωστικές με βάση τον ανθρακικό χαλκό.

 

 

Το Scheele's Green, που ονομαζόταν επίσης Schloss Green και Paris Green ήταν ένα κιτρινοπράσινο χρώμα που παραγόταν  από όξινο αρσενίτη χαλκού (CuHAsO 3).

Λόγω της τοξικότητάς  και της αστάθειας του χρώματος αυτού που αμαυρωνόταν παρουσία σουλφιδίων και διαφόρων χημικών ρύπων, έγιναν χημικές προσπάθειες βελτίωσής του και παρήχθη μια νέα καλύτερη πράσινη χρωστική ουσία με λαμπρό έντονο μπλε-πράσινο χρώμα που έγινε γνωστό στην Αγγλία ως σμαραγδένιο πράσινο εκτοπίζοντας γρήγορα το πράσινο του Scheele.

 

 

Δυστυχώς, επίσης δεν ήταν σταθερό χημικά και ήταν πολύ δηλητηριώδες, ως εκ τούτου χρησιμοποιήθηκε μόλις μέχρι το 1900.

 

 

Επειδή ήταν πολύ φθηνό στην κατασκευή, το σμαραγδένιο πράσινο χρησιμοποιήθηκε όχι μόνο ως χρώμα ζωγραφικής  καλλιτεχνών αλλά και ως οικιακό χρώμα χρησιμοποιούμενο ευρέως σε μοτίβα ταπετσαρίας.

 

 

Αυτό έκανε τα πράσινα ταπετσαρισμένα δωμάτια παγίδες θανάτου, και στη δεκαετία του 1860 η εφημερίδα British Times εξέφρασε ανησυχία για την πιθανότητα να σκοτώνονται μικρά παιδιά από τις θανατηφόρους  αναθυμιάσεις που προέρχονταν από τους τοίχους της κρεβατοκάμαράς τους.

Πιστεύεται ότι ο θάνατος του Ναπολέοντα στην εξορία στην Αγία Ελένη επιταχύνθηκε με αυτόν τον τρόπο, δηλαδή από τις αναθυμιάσεις της πράσινης ταπετσαρίας με την οποία ήταν επιστρωμένοι οι τοίχοι του σπιτιού όπου ήταν έγκλειστος.

 

 

Δυστυχώς, δεν ήταν μόνο ταπετσαρίες που ήταν βαμμένες με το σμαραγδένιο πράσινο (με βάση το αρσενικό) αλλά και τα πράσινα ρούχα που είχαν γίνει πολύ της μόδας τότε.

Η εφημερίδα Times αποκάλυψε ότι βρέθηκαν υψηλά επίπεδα αρσενικού στις βαμμένες πράσινες κάλτσες, ενώ οι ιατρικές αναφορές για τις κακές επιδράσεις των πράσινων φορεμάτων στην υγεία αφθονούσαν.

Μια εικόνα μόδας του 1848 από το περιοδικό ‘La Mode’ δείχνει φορέματα πιθανότατα βαμμένα με πράσινο αρσενικό, αλλά και το πράσινο μελάνι που χρησιμοποιήθηκε για το τύπωμα ήταν φτιαγμένο από χαλκό-αρσενικό άλας.

 

 

Η αγγλική ονομασία του χρώματος "Emerald green" προέρχεται από το λατινικό smaragdus > σμάραγδος (ελληνικά) = πολύτιμος λίθος με πράσινο χρώμα.

 

 

Άλλες ονομασίες με τις οποίες ήταν γνωστό το χρώμα αυτό ήταν: Πράσινο του Παρισιού (Paris green), πράσινο της Βερόνας (Veronese green), πράσινο της Σβενφούρτης (Schweinfurt green).

Επρόκειτο όπως είπαμε για τεχνητό (χημικό, όχι φυσικό) χρώμα, με χημική ονομασία Copper(II)-acetoarsenite (Χαλκός (II) –ακετοαρσενίτης.

Ο χημικός του τύπος ήταν Cu(CH3COO)2 · 3 Cu(AsO2)2 και το κρυσταλλικό του σύστημα μονοκλονικό.


is | Topic: βαφές, Πράσινο, χρωστικές | Tags: None

No Comments, Comment or Ping

Reply to “Emerald green (σμαραγδι)”