Cobalt Green
Χρώματα βαφές
Οι βαφές κατά την Αναγέννηση και την πρώιμη εποχή της εκβιομηχάνισης
(Όπως αναγράφονται στον ιστότοπο ‘WebExibits, Pigments through the ages’).
Σε προηγούμενα άρθρα, αναφερθήκαμε στα χρώματα βαφές που χρησιμοποιούσε ο άνθρωπος κατά την προϊστορική περίοδο, την πρώιμη και ύστερη αρχαιότητα, τον Μεσαίωνα, κατά την Αναγέννηση έως και την πρώιμη εποχή της εκβιομηχάνισης.
Τώρα θα ασχοληθούμε με τα χρώματα που ανακαλύφθηκαν ή δημιουργήθηκαν κατά την εποχή της εκβιομηχάνισης. Αυτά είναι, κατά τις αγγλικές ονομασίες τους που χρησιμοποιούνται διεθνώς, τα εξής:
Cobalt green
Cobalt blue
Chrome orange
Emerald green
Chrome yellow
Cadmium yellow
Lemon yellow
Zinc white
Viridian
Cobalt yellow
Cobalt violet
Cerulean blue
Cadmium red
Titanium white
Ξεκινάμε με το Cobalt Green (Πράσινο του Κοβαλτίου).
Cobalt Green (Πράσινο του Κοβαλτίου)
Σύντομη περιγραφή του Cobalt Green:
Πρόκειται για ένα πράσινο χρώμα που παράγεται από οξείδια του κοβαλτίου και του ψευδαργύρου που ανακαλύφθηκε από τον Σουηδό χημικό Sven Rinmann το 1780.
Είναι ημιδιαφανές, περιορισμένης καλυπτικότητας, αλλά λόγω της σταθερότητάς του, μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε όλες τις τεχνικές ζωγραφικής.
Η ασθενής επικάλυψη του χρώματος και το υψηλό κόστος του πράσινου του κοβαλτίου το κράτησαν σε περιορισμένη χρήση.
Η ονομασία του κοβαλτίου προέρχεται από την λέξη kobolt της μέσης γερμανική γλώσσας, όπου kobolt = goblin, δηλαδή ένα υπόγειο δαιμόνιο, καλικάντζαρο, γιατί το ορυκτό κοβάλτιο θεωρήθηκε επιζήμιο για τα γειτονικά του ασημένια μεταλλεύματα.
Ιστορία του πράσινου κοβαλτίου:
Η παρασκευή του οξειδίου του ψευδαργύρου στα τέλη του δέκατου όγδοου αιώνα κατέστησε δυνατή την δημιουργία του πράσινου χρώματος του κοβαλτίου, επίσης γνωστό ως πράσινο του ψευδαργύρου. Δημιουργός του, όπως είπαμε και προηγουμένως, ο Σουηδός χημικός, Sven Rinmann που πιστώνεται ότι ανέπτυξε μια διαδικασία κατασκευής μιας ένωσης κοβαλτίου και ψευδαργύρου το 1780 που την δημοσίευσε στην Ακαδημία Επιστημών της Στοκχόλμης.
Ο Arthur Herbert Church δημοσίευσε τη διαδικασία του Rinmann στο βιβλίο του ‘The Chemistry of Paints and Painting’.
Σύμφωνα με τον Church, το πράσινο κοβάλτιο παρασκευάστηκε με τις ενώσεις οξειδίων ψευδαργύρου και κοβαλτίου αναμειγνύοντάς τα "με αλκαλικό ανθρακικό άλας" και στη συνέχεια εκθέτοντας το μείγμα σε δυνατή θερμοκρασία.
Μετά το πλύσιμο του ιζήματος η χρωστική που προέκυψε ήταν έτοιμη να αλεστεί.
Η χρωστική ουσία ήταν πάντα γαλαζοπράσινη παρά τις ευρείες μεταβολές στην σύνθεση της αναλογίας ψευδαργύρου προς τα οξείδια κοβαλτίου κατά την παραγωγή της χημικής ένωσης.
Γενικότερα, το πράσινο κοβαλτίου είναι ένας ασαφής όρος για δύο οικογένειες πράσινων ανόργανων χρωστικών. Και οι δύο λαμβάνονται με πρόσμειξη οξειδίων κοβαλτίου (II) σε άχρωμα οξείδια ξενιστές.
Η πρόσμειξη Co (II) (κοβαλτίου) σε οξείδια Mg (II) (μαγνησίου) και Zn (II) ψευδαργύρου δίνει τους τύπους Mg2TiO4 και Zn2TiO4, δηλαδή δίνει αντίστοιχα και από μια οικογένεια πράσινων χρωστικών του κοβαλτίου που είναι αδιάλυτες στο νερό.
Ο χημικός τύπος του πράσινου του κοβαλτίου είναι Zn1−xCoxO και η δομή και το χρώμα της χημικής ένωσης εξαρτάται από την τιμή του χ του τύπου.
admin is | Topic: βαφές, Πράσινο, χρωστικές | Tags: None
No Comments, Comment or Ping
Reply to “Cobalt Green”