xromata.com


Αυτοι που μας εμαθαν τα χρωματα [10]: Franciscus Aguilonius

 

ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ ΜΑΣ ΕΜΑΘΑΝ ΤΑ ΧΡΩΜΑΤΑ

[10]

 

 

Για να παρακολουθήσετε την σειρά άρθρων υπό τον γενικό τίτλο ‘ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ ΜΑΣ ΕΜΑΘΑΝ ΤΑ ΧΡΩΜΑΤΑ’ καλό θα είναι να διαβάσετε τo εισαγωγικό 1ο άρθρο που θα βρείτε στον σύνδεσμο https://xromata.com/?p=11228 …..

 

 

 

 

 

Franciscus Aguilonius

 

Σε αυτό, ίσως το παλαιότερο τριαδικό σύστημα του κόκκινου, κίτρινου και μπλε, τα χρώματα ορίζονται σε μια γραμμική διάταξη. Οι προσμείξεις τους μπορούν να σημειωθούν χρησιμοποιώντας καμπυλωτά τόξα.

 

 

«Μπορούμε να δούμε στα επιτεύγματα αυτά την ηρεμία ενός μοναστηριού, η οποία μπορεί να διαπεράσει σε κάθε λεπτομέρεια ενός έργου» ήταν το σχόλιο που αναφέρει ο Γκαίτε για το έργο του Franciscus Aguilonius, τον οποίο εκτιμούσε ιδιαίτερα, στην ‘Ιστορία της Θεωρίας των Χρωμάτων’ του, προσθέτοντας ότι:.

«Θα μπορούσαμε επίσης να θεωρήσουμε ότι η προέλευση των καμπυλωτών τόξων του συστήματος των χρωμάτων του είναι εμπνευσμένη από τους τρούλους και τις αψίδες των παραθύρων του μοναστηριού».

 

 

Ο Franciscus Aguilonius (1567-1617) "ήταν ένας Ιησουίτης από τις Βρυξέλλες και δημοσίευσε την ‘Οπτική’ του στην Αμβέρσα.

Είναι σαφές ότι ο François d'Aguilon – το γαλλικό του όνομα – συμμορφώνεται πλήρως με την παράδοση του Αριστοτέλη και χρησιμοποιεί το τόξο ως προσθήκη στην κλασσική γραμμική κατάταξη για να καθορίσει τις δυνατότητες που προκύπτουν από την ανάμειξη χρωμάτων.

Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι στο βιβλίο του ‘Οπτική’ το οποίο εκδόθηκε μεταξύ του 1606 και του 1611, ο Anguilonius δεν επιθυμούσε μόνο να εξετάσει το ζωγραφικό "colores concreti", αλλά ενδιαφερόταν περισσότερο για τα ορατά χρώματα που αποκάλυπτε αυτό.

 

 

Μια προσπάθεια μετατροπής μουσικών αρμονιών στην περιοχή του χρώματος αποτέλεσε τη βάση της κλίμακας του.

Για τον σκοπό αυτό, ο Aguilonius δεν ασχολήθηκε με τις αρμονίες, αλλά απλώς με την σχέση τους με τα χρώματα.

Σαν φυσικός, είχε εισαγάγει την έκφραση «απλά χρώματα», που σημαίνει οποιοδήποτε χρώμα από το οποίο θα μπορούσε να προκύψει ένας άπειρος αριθμός άλλων χρωμάτων από τις αναμείξεις του.

Όπως φαίνεται κατ’ αυτόν, υπάρχουν πέντε απλά χρώματα και άλλα τρία που μπορούν να προκύψουν απευθείας από αυτά.

«Quinque sunt simplicium colorum species, ac tres compositiae» (Υπάρχουν πέντε είδη απλών χρωμάτων και τρία σύνθετα) δηλώνει στην πρόταση 39 του έργου του. Μεταξύ των ακραίων χρωμάτων (colores extremi), που ορίζονται ως φωτεινά και σκούρα – ονομάζονται «albus» και «neger» – έρχονται τα μεσαία χρώματα (colores medi): «flavus – ribeus – caeruleus», κιτρινο – κόκκινο – μπλε.

 

 

Εάν, σύμφωνα με τα αντίστοιχα τόξα τους, σε κάθε περίπτωση αναμειχθούν δύο από τα απλά βασικά χρώματα, τότε θα σχηματιστούν «aureus, purpurus και viridis», με άλλα λόγια χρυσό, μοβ και πράσινο. Αλλά ο Αγιουλιόνι προειδοποιεί ρητά πως από την ανάμειξη και των τριών απλών χρωμάτων θα προκύψει μόνο μια σκούρα γκρίζα χρωματική απόχρωση, κάτι σαν ένα «πτώμα χρώματος».

Ο Aguilonius εφαρμόζει επίσης την τριπλή υποδιαίρεση των χρωμάτων και στις προσμείξεις τους.

Κατά την ορολογία των νεοπλατωνιστών, μεταξύ των οποίων απαριθμείται και ο Aguilonius, θα αναφερόταν:

«Το χρωματικό διάγραμμα δείχνει τη σχετική θέση των απλών και σύνθετων χρωμάτων σε μια κλίμακα που καθορίζει την αντίστοιχη κατάστασή τους μέσω της συμμετοχής τους στο φως».

Στην περίπτωσή του Aguilonius, σύμφωνα με τις προστιθέμενες αναλογίες λευκού και μαύρου, όλα τα χρώματα παρουσιάζουν επίσης διαφορετικές διαβαθμίσεις έντασης.

 

 

Το σύστημα του Aguilonius χρησιμοποιεί τρία βασικά χρώματα και έτσι μπορεί να θεωρηθεί ως ο πρόδρομος άλλων συστημάτων που λειτουργούν με παρόμοιο τρόπο. Από τον συνδυασμό των καθαρών χρωμάτων, αφαιρεί το τέταρτο, το πράσινο, το οποίο είχε ήδη προκαλέσει δυσκολίες στο Leonardo da Vinci, αλλά όχι χωρίς να του παρέχει ειδική θέση.

Με τον ίδιο τρόπο που τοποθετείται το κόκκινο στην μέση, στην σειρά των απλών χρωμάτων, το πράσινο τοποθετείται στη μέση, κάτω από αυτό, στην σειρά των σύνθετων.

Έτσι τα δύο χρώματα είναι τοποθετημένα αντίθετα μεταξύ τους και σωστά, το ένα απέναντι από το άλλο με έναν συμπληρωματικό τρόπο, όπου το κόκκινο καταλήγει σε μια αιχμή, ενώ το πράσινο απέναντί του αφήνεται να επεκταθεί προς τα έξω ως τόξο.

 

 

Ενώ εργαζόταν στο εγχειρίδιο οπτικής «Opticorum libri sex», ο Anguilonius συνεργάστηκε με τον ολλανδό ζωγράφο Paul Rubens, ο οποίος την εποχή εκείνη (1611) ζωγράφιζε τον πίνακα Juno and Argus (η Ήρα και ο Άργος), την διάσημη οπτική αλληγορία του.

Στον πίνακα περιλαμβάνονται ένα ουράνιο τόξο και ένα παγώνι και πολλοί τον θαύμασαν για την πληρότητα και την αφθονία των χρωμάτων του.

 

 

Τον 2ο αιώνα π.Χ., οι Γνωστικοί είχαν ήδη κάνει την εκπληκτική παρατήρηση ότι η άπειρη πληρότητα των χρωμάτων στην ουρά ενός παγώνου βγαίνει από ένα μόνο άσπρο αυγό και θεωρούσαν αυτό το μεγαλύτερο από όλα τα μυστήρια.

Στη σύγχρονη εποχή μας, ο θαυμασμός αυτός έχει καταλήξει σε μια απλή κοινοτυπία. Η ιδέα ότι όλα τα χρώματα περιέχονται στο λευκό είναι επομένως αρχαία και αναφαίνεται σαφώς σε μια πραγματεία του 13ου αιώνα που αποδίδεται στον Albertus Magnus όπου δηλώνει:

 

 

«Εμφανίζονται από το λευκό όλα τα χρώματα που μπορεί να φανταστεί η ανθρωπότητα επί αυτής της Γης».

Το 1669, πριν ξεκινήσει τα πειράματα του, ο Isaac Newton αγόρασε τα συλλεχθέντα έργα του Albertus Magnus.

 

 


is | Topic: Αυτοί που ασχολήθηκαν με το χρώμα, ιστορία και χρώματα | Tags: None

No Comments, Comment or Ping

Reply to “Αυτοι που μας εμαθαν τα χρωματα [10]: Franciscus Aguilonius”