xromata.com


Χρωστικες

 

Χρωστικές

 

Έχουμε μιλήσει επανειλημμένως για χρωστικές και βιο-χρωστικές ουσίες, όμως δεν έχουμε αναφέρει έως τώρα τί ακριβώς είναι αυτές οι χρωστικές, τί εννοούμε όταν λέμε «χρωστική ουσία».

 

 

Καιρός λοιπόν να δούμε τί είναι αυτές οι περίφημες «χρωστικές» οι τόσο άρρηκτα συνδεδεμένες με τον κόσμο των χρωμάτων:

Χρωστική καλείται μια ουσία, ένα υλικό στοιχείο, από το οποίο εξαρτάται το χρώμα του ανακλώμενου ή μεταδιδόμενου φωτός από ένα αντικείμενο. Το χρώμα που αποδίδουν οι χρωστικές, εξαρτάται από την επιλεκτική απορρόφηση συγκεκριμένων μηκών κυμάτων του ορατού φωτός από το αντικείμενο στο οποίο εμπεριέχονται.

 

 

Αυτή η φυσική διεργασία διαφέρει από τον φθορισμό, φωσφορισμό, και άλλες μορφές φωταύγειας, τρόπους κατά τους οποίους κάποιο υλικό εκπέμπει φως.

 

 

Από όλα αυτά τα υλικά που απορροφούν επιλεκτικά ορισμένα μήκη κύματος του φωτός, οι άνθρωποι έχουν επιλέξει κάποια τα οποία χρησιμοποιούν ως χρωστικές ουσίες. Αυτά τα υλικά έχουν ιδιότητες που τα καθιστούν ιδανικά για τον χρωματισμό (αλλαγή χρώματος) άλλων υλικών. Μια χρωστική ουσία πρέπει να έχει υψηλότερο χρωματικό σθένος σε σχέση με τα χρώματα των υλικών που βάφει. Πρέπει επίσης να είναι σταθερή, σε στερεή μορφή, ανθεκτική στις θερμοκρασίες του περιβάλλοντος.

Στις βιομηχανικές εφαρμογές, καθώς και στις τέχνες, η μονιμότητα και σταθερότητα είναι οι επιθυμητές ιδιότητες μιας χρωστικής. Οι χρωστικές που δεν παραμένουν μόνιμες αποκαλούνται «φυγάδες». Οι φυγάδες χρωστικές εξαλείφονται με την πάροδο του χρόνου ή την έκθεσή τους στο φως, ενώ κάποιες αμαυρώνονται.

Οι χρωστικές χρησιμοποιούνται για να χρωματίζουν βαφές, μελάνια, πλαστικά, υφάσματα, καλλυντικά, τρόφιμα και άλλα υλικά.

 

 

Οι περισσότερες χρωστικές ουσίες που χρησιμοποιούνται στον κατασκευαστικό τομέα και στις τέχνες είναι ξηρο-χρωστικές ουσίες, συνήθως αλεσμένες σε λεπτή σκόνη. Η σκόνη αυτή προστίθεται σε ένα συνδετικό άχρωμο υλικό μέσον (συνήθως υγρό) σχετικά ουδέτερο, με το οποίο απλώνεται και επικολλείται στην επιφάνεια την οποία βάφει.

 

 

Μια διάκριση γίνεται μεταξύ των χρωστικών (colorant, pigment) οι οποίες είναι αδιάλυτες στο ενδιάμεσο υλικό, με αποτέλεσμα να είναι αιωρήματα, και σ’ αυτές που είναι διαλυτές και χρωματίζουν όλο το ενδιάμεσο υλικό γινόμενες βαφές (dye). Έτσι λοιπόν μια χρωστική ουσία μπορεί να χρησιμοποιηθεί σαν χρωστικό αιώρημα ή σαν βαφή, ανάλογα με το ενδιάμεσο υλικό στο οποίο προστίθεται. Σε κάποιες περιπτώσεις μια χρωστική μπορεί να παραχθεί από την καθίζηση μιας διαλυτής βαφής με ένα μεταλλικό άλας.

 

 

Υπάρχουν οι φυσικές χρωστικές, ενώ τους τελευταίους αιώνες ο άνθρωπος κατασκευάζει και συνθετικές (χημικές) χρωστικές. Οι ευρισκόμενες στην φύση φυσικές χρωστικές, όπως οι ώχρες και τα οξείδια σιδήρου χρησιμοποιούνται από τον άνθρωπο από την προϊστορική εποχή.

 

 

Μια άλλη κατηγορία χρωστικών είναι οι βιολογικές χρωστικές (βιο – χρωστικές) οι οποίες είναι οι χρωστικές ουσίες που βρίσκονται στα κύτταρα των φυτών και των ζώων.

 

 

Όπως είναι ευνόητο οι «χρωστικές» αποτελούν ένα ιδιαίτερο και μεγάλο κεφάλαιο στον κόσμο των χρωμάτων, οπότε θα επανέλθουμε επί μέρους και αναλυτικότερα.

 


is | Topic: βαφές, χρωστικές | Tags: None

No Comments, Comment or Ping

Reply to “Χρωστικες”