Ονομασιες κιτρινου στα ελληνικα
Ονομασίες του κίτρινου χρώματος στην ελληνική γλώσσα
Έχουμε αναφερθεί στις ονομασίες του πράσινου χρώματος στην ελληνική γλώσσα
οπότε ήλθε η σειρά να αναφερθούμε στις ονομασίες του κίτρινου χρώματος.
Όπως έχουμε αναφέρει επανειλημμένως σε προηγούμενες αναρτήσεις
μπορεί μεν η έννοια του κίτρινου χρώματος να είχε αρχίζει να σχηματίζεται στην ελληνική γλώσσα από την εποχή του Ομήρου (ενώ η έννοια του πράσινου δεν είχε αναφανεί ακόμα) όμως το πράσινο (το χρώμα του πράσου) σαν αυτόνομο χρώμα εκφράσθηκε πολύ πιο πριν από το κίτρινο (την εποχή του Αριστοτέλη), ενώ το κίτρινο (το χρώμα του κίτρου) ως τέτοιο αναφέρεται από τους Γαληνό, Αθήναιο (και μετέπειτα), που έζησαν τους πρώτους αιώνες μ,Χ.
Ας δούμε όμως ποιες λέξεις χρησιμοποιούμε σήμερα στην ελληνική γλώσσα για την απόδοση του κίτρινου χρώματος.
Με το ουσιαστικό κίτρινο (χρώμα) εννοούμε την κίτρινη απόχρωση, -χροιά (κιτρινόχροια) κοινώς κιτριν -άδα, -ίλα.
Επί των τριχών το κίτρινο χρώμα το αναφέρουμε ως ξανθό.
Η απόκτηση ή πρόσδοση κίτρινου χρώματος καλείται κιτρίνι(α)σμα, ξάνθισμα.
Όταν αποκτά, προσλαμβάνει, κανείς κίτρινο χρώμα, γίνεται δηλαδή κίτρινος, χρησιμοποιούμε τα ρήματα κιτρινί(α)ζω, ξανθίζω, ξανθαίνω και επιτακτικά, όταν δηλαδή θέλουμε να πούμε γίνεται κάτι κατακίτρινο χρησιμοποιούμε το ρήμα κατακιτρινίζω ή τις παρομοιώσεις γίνομαι κίτρινος σαν κερί, σαν φλουρί.
Τα ίδια ρήματα χρησιμοποιούμε όταν εννοούμε πως καθιστούμε, κάμνουμε, προσδίδουμε χρώμα κίτρινο σε κάτι.
Σαν επίθετα έχουμε το κίτρινος – κίτρινη – κίτρινο, ξανθός – ξανθή – ξανθό (ιδιαίτερα επί τριχών), καναρινόχρους ή καναρινής, λεμονόχρους ή λεμονής και ολο-, κατά-, κίτρινος για τον εντελώς κίτρινο.
Για ό,τι κλίνει προς το κίτρινο έχουμε τα επίθετα υποκίτρινος, κιτρινωπός, κιτρινιάρης, -ιάρικος, ασπροκίτρινος, ωχροκίτρινος, ωχρόλευκος.
Επίσης τα επίθετα αχυρόχρους, ιβουάρ, κρεμ, αραβοσιτόχρους (μαΐς), ηλεκτρόχρους κοινώς κεχριμπαρένιος, θειόχρους κοινώς θειαφής, κηρόχρους κοινώς κερένιος, κιτρινέρυθρος, ερυθροκίτρινος, λεκιθώδης, μελιτόχρους, μελίχρους κοινώς μελής, ώχρινος, ωχροειδής.
Επί τριχών (ιδιαίτερα) και όχι μόνον, τα επίθετα ξανθός, χρυσόξανθος, λιόξανθος (ως ήλιος), ξανθίζων, ξανθωπός, υπόξανθος, ξανθούτσικος, ολόξανθος, κατάξανθος (εντελώς ξανθός), χρυσοκίτρινος, ξανθοκόκκινος.
Επί τριχών μόνον, ξανθόθριξ, ξανθομάλλης, ξανθοτρίχης, ξανθότριχος, (επί ίππου αλιτζές), χρυσόθριξ, χρυσοκόμης, χρυσόμαλλος, χρυσο- μάλλης, ξανθογένειος, ξανθοπώγων, ξανθογένης, ξανθομύσταξ, ξανθομούστακος.
Ουσιαστικά σχεδόν συνώνυμα ή που θυμίζουν αυτομάτως το κίτρινο χρώμα είναι τα:
Κιτρινάδι, ώχρα, λέκιθος, κρόκος, κοινώς κροκάδι (το κίτρινο του αυγού)*, ζαφορά, σαφράν, άχυρο, ήλεκτρο, κεχριμπάρι, θειάφι, καναρίνι, κηρός (κερί), λεμόνι, μέλι, τοπάζι, χρυσό, φλουρί.
*Από την αρχαιότητα, μια προσπάθεια διαχωρισμού και έκφρασης του κίτρινου χρώματος ήταν το «κροκώδες», δηλαδή η παρομοίωσή του με το χρώμα του κρόκου των αυγών.
admin is | Topic: Κίτρινο | Tags: None
No Comments, Comment or Ping
Reply to “Ονομασιες κιτρινου στα ελληνικα”